Συχνά στα νορβηγικά
Μετάφραση: συχνά, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ofte, ofte er, oftere, gjerne
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συχνά
συχνά ρωτώ οκταβα σταύρος ψαρουδάκης, συχνά συνώνυμο, συχνά ρωτώ στίχοι, συχνά λάθη στη χρήση της ελληνικής, συχνά επαναλαμβανόμενος πονόλαιμος, συχνά λεξικό γλώσσας νορβηγικά, συχνά στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- συσχέτιση στα νορβηγικά - korrelasjon, korrelasjonen, sammenheng, korrelasjons, sammenhengen
- συσχετίζω στα νορβηγικά - korrelerer, korrelere, relatere, sams, korrelert
- συχνάζω στα νορβηγικά - hyppig, hyppige, hyppigere, ofte, vanlig
- συχνός στα νορβηγικά - hyppig, hyppige, hyppigere, ofte, vanlig
Τυχαίες λέξεις
Συχνά στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: ofte, ofte er, oftere, gjerne
Μεταφράσεις: ofte, ofte er, oftere, gjerne