Υποκινώ στα νορβηγικά
Μετάφραση: υποκινώ, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
umiddelbar, abet, medvirke
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποκινώ
υποκινώ λεξικό, υποκινώ συνώνυμο, υποκινώ λεξικό γλώσσας νορβηγικά, υποκινώ στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- υποκειμενικότητα στα νορβηγικά - subjektivitet, subjectivity, subjektiviteten, subjektivitets
- υποκινητής στα νορβηγικά - mover, Flytter, klipperen, Vogn, Flytting
- υποκοριστικός στα νορβηγικά - ypokoristikos
- υποκρισία στα νορβηγικά - hykleri, hykleriet
Τυχαίες λέξεις
Υποκινώ στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: umiddelbar, abet, medvirke
Μεταφράσεις: umiddelbar, abet, medvirke