Έξοδα στα ολλανδικά

Μετάφραση: έξοδα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
onkosten, uitgaaf, kosten, uitgaven, lasten, de kosten
Έξοδα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έξοδα

έξοδα ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης 2014, έξοδα φαρμακευτικής περίθαλψης, έξοδα αγοράς ακινήτου, έξοδα σύστασης ικε, έξοδα διάθεσης, έξοδα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, έξοδα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • έξη στα ολλανδικά - gebruik, gewoonte, hebbelijkheid, usance, aanwensel, zes, van zes, ...
  • έξι στα ολλανδικά - zes, van zes, de zes, zestal
  • έξοδος στα ολλανδικά - afgaan, uitgaan, uitweg, uitkomen, afrit, uitgang, vertrekken, ...
  • έξοχα στα ολλανδικά - schitterend, groots, verheven, prachtig, overweldigend, grandioos, luisterrijk, ...
Τυχαίες λέξεις
Έξοδα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: onkosten, uitgaaf, kosten, uitgaven, lasten, de kosten