Έπειτα στα ολλανδικά

Μετάφραση: έπειτα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
later, toen, daarna, toch, ergo, na, achter, dus, over, aan, dan, daarop, vervolgens, dan is
Έπειτα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έπειτα

έπειτα συνώνυμα, έπειτα από, έπειτα από 120 χρόνια ελεύθερησ ζωήσ είμεθα πάλι σκλάβοι, έπειτα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, έπειτα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • έπαρση στα ολλανδικά - aanmatiging, ijdelheid, nietigheid, hoogmoed, arrogantie, trots, vruchteloosheid, ...
  • έπαυλη στα ολλανδικά - buiten, buitenverblijf, villa, villa in, huis
  • έπεσα στα ολλανδικά - barbaars, vellen, vel, pels, vacht, huid, ik viel, ...
  • έπιπλα στα ολλανδικά - inboedel, meubels, ameublement, huisraad, meubilair, meubel, meubelen
Τυχαίες λέξεις
Έπειτα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: later, toen, daarna, toch, ergo, na, achter, dus, over, aan, dan, daarop, vervolgens, dan is