Έτοιμος στα ολλανδικά

Μετάφραση: έτοιμος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
af, gereed, afgelopen, klaar, bereid, direct, klaar om
Έτοιμος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έτοιμος

έτοιμος σοφάς, έτοιμος χλοοτάπητας, έτοιμος σοβάς, έτοιμος χλοοτάπητας τιμές, έτοιμος αντίθετο, έτοιμος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, έτοιμος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • έστω στα ολλανδικά - zelfs, ook, nog, eens
  • έσχατος στα ολλανδικά - definitief, uiteindelijke, ultieme, ultiem, uiteindelijk, de ultieme
  • έτος στα ολλανδικά - jaar
  • έτσι στα ολλανδικά - ergo, vervolgens, toen, dusdanig, zozeer, dermate, dan, ...
Τυχαίες λέξεις
Έτοιμος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: af, gereed, afgelopen, klaar, bereid, direct, klaar om