Ίδρυση στα ολλανδικά

Μετάφραση: ίδρυση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
fundering, stichting, instelling, etablissement, vestiging, oprichting, vaststelling
Ίδρυση στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ίδρυση

ίδρυση συλλόγου, ίδρυση μκο, ίδρυση σωματείου, ίδρυση κωνσταντινούπολης, ίδρυση εταιρείας στη βουλγαρία, ίδρυση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ίδρυση στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ίδιος στα ολλανδικά - identiek, dito, eender, gelijkwaardig, zelfde, equivalent, gelijke, ...
  • ίδρυμα στα ολλανδικά - fundering, stichting, vestiging, instelling, institutie, orgaan, instituut, ...
  • ίζημα στα ολλανδικά - slib, afgeven, slik, bezinksel, zetten, modder, deposito, ...
  • ίκτερο στα ολλανδικά - geelzucht, icterus
Τυχαίες λέξεις
Ίδρυση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: fundering, stichting, instelling, etablissement, vestiging, oprichting, vaststelling