Αγκάθι στα ολλανδικά
Μετάφραση: αγκάθι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
stekel, doorn, spin, prikkel, wervelkolom, Thorn, doornen, de Doorn, doornstruik
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγκάθι
αγκάθι του χριστού φυτό, αγκάθι στο λαιμό, αγκάθι αχινού, αγκάθι του αγίου ιωάννη ή βαλσαμόχορτο, αγκάθι στα αρχαία, αγκάθι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αγκάθι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αγιοπρεπής στα ολλανδικά - agioprepis
- αγιότητα στα ολλανδικά - heiligheid, de heiligheid, heiliging, heiligmaking, heilige
- αγκάλιασμα στα ολλανδικά - omhelzing, omhelzen, omarmen, knuffelen, knuffel, hug
- αγκίδα στα ολλανδικά - splinter, splintergroep, splintervrij, splintergroepen, splintervrije
Τυχαίες λέξεις
Αγκάθι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: stekel, doorn, spin, prikkel, wervelkolom, Thorn, doornen, de Doorn, doornstruik
Μεταφράσεις: stekel, doorn, spin, prikkel, wervelkolom, Thorn, doornen, de Doorn, doornstruik