Αεροπλάνο στα ολλανδικά
Μετάφραση: αεροπλάνο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vliegmachine, vliegtuig, vlak, schaaf, het vliegtuig, plane
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αεροπλάνο
αεροπλάνο προσγειώθηκε 35 χρόνια μετά την εξαφάνιση του, αεροπλάνο malaysia airlines, αεροπλάνο malaysia, αεροπλάνο μαλαισιανών αερογραμμών, αεροπλάνο μαλαισίας, αεροπλάνο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αεροπλάνο στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αεροναύτης στα ολλανδικά - luchtschipper, aëronaut, aeronaut, ballonvaarder, luchtvaarder
- αεροπειρατεία στα ολλανδικά - kaping, kapen, hijacking, kapingen, het kapen
- αεροπορία στα ολλανδικά - vliegwezen, aviatiek, luchtvaart, de luchtvaart, luchtvaartsector, luchtvaartactiviteiten, van de luchtvaart
- αεροπόρος στα ολλανδικά - vliegenier, vlieger, de Vliegenier, aviator, vliegeniers
Τυχαίες λέξεις
Αεροπλάνο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: vliegmachine, vliegtuig, vlak, schaaf, het vliegtuig, plane
Μεταφράσεις: vliegmachine, vliegtuig, vlak, schaaf, het vliegtuig, plane