Αναγνώριση στα ολλανδικά
Μετάφραση: αναγνώριση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
herkenning, erkenning, verkenning, de erkenning, opname, erkend
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναγνώριση
αναγνώριση προυπηρεσίας, αναγνώριση πτυχίων κολεγίων 2014, αναγνώριση μεταπτυχιακού, αναγνώριση προϋπηρεσίας στο δημόσιο 2014, αναγνώριση πτυχίων, αναγνώριση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αναγνώριση στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αναγνωριζόμενος στα ολλανδικά - erkend, erkende, opgenomen, herkend, verantwoord
- αναγνωριστικός στα ολλανδικά - verkenning, identificatie, de identificatie, identiteitsbewijs, identificeren, identificatienummer
- αναγνώστης στα ολλανδικά - abonnee, lezer, reader, kaartlezer, de lezer
- αναγωγή στα ολλανδικά - citaat, referentie, aanhaling, korting, verkleining, reductie, vermelding, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναγνώριση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: herkenning, erkenning, verkenning, de erkenning, opname, erkend
Μεταφράσεις: herkenning, erkenning, verkenning, de erkenning, opname, erkend