Αξιέπαινος στα ολλανδικά

Μετάφραση: αξιέπαινος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
prijzenswaardig, lofwaardig, prijzenswaardige, lovenswaardig, lovenswaardige
Αξιέπαινος στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αξιέπαινος

αξιέπαινος λεξικο, αξιέπαινος στα αγγλικα, αξιέπαινος συνώνυμα, αξιέπαινος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αξιέπαινος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αξίωμα στα ολλανδικά - grondstelling, axioma, kantoor, bureau, ambt, office, zetel
  • αξίωση στα ολλανδικά - vordering, aanspraak, eis, conclusie, volgens conclusie
  • αξιαγάπητος στα ολλανδικά - zoet, beminnelijk, voorkomend, lief, aardig, lieve, leuk lief, ...
  • αξιοθρήνητος στα ολλανδικά - betreurenswaardig, jammerlijk, betreurenswaardige, lamentable, erbarmelijke, jammerlijke
Τυχαίες λέξεις
Αξιέπαινος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: prijzenswaardig, lofwaardig, prijzenswaardige, lovenswaardig, lovenswaardige