Αξιομνημόνευτος στα ολλανδικά
Μετάφραση: αξιομνημόνευτος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gedenkwaardig, heuglijk, onvergetelijk, onvergetelijke, gedenkwaardige, memorabele
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αξιομνημόνευτος
αξιομνημόνευτος συνώνυμα, αξιομνημόνευτος συνώνυμο, αξιομνημόνευτος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αξιομνημόνευτος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αξιολόγηση στα ολλανδικά - evaluatie, schatting, taxatie, taxatiewaarde, beoordeling
- αξιολύπητος στα ολλανδικά - armoedig, erbarmelijk, beklagenswaardig, jammerlijk, betreurenswaardig, schamel, schraal, ...
- αξιοπιστία στα ολλανδικά - betrouwbaarheid, de betrouwbaarheid, betrouwbaarheid van, betrouwbaar
- αξιοποιώ στα ολλανδικά - uitbuiten, exploiteren, uitmelken, akte, daad, handeling, terugeisen, ...
Τυχαίες λέξεις
Αξιομνημόνευτος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: gedenkwaardig, heuglijk, onvergetelijk, onvergetelijke, gedenkwaardige, memorabele
Μεταφράσεις: gedenkwaardig, heuglijk, onvergetelijk, onvergetelijke, gedenkwaardige, memorabele