Αστερίσκος στα ολλανδικά

Μετάφραση: αστερίσκος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
sterretje, asterisk, sterretje weergegeven
Αστερίσκος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αστερίσκος

πανοραμικός αστερίσκος, αστερίσκος φυτό, αστερίσκος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αστερίσκος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αστείο στα ολλανδικά - kwinkslag, grol, pots, mop, schertsen, grap, gekscheren, ...
  • αστείος στα ολλανδικά - koddig, guitig, komisch, leuk, grappig, verdacht, raar, ...
  • αστερισμός στα ολλανδικά - sterrenbeeld, constellatie, constellation, constellatie van, gesternte
  • αστιγματικός στα ολλανδικά - astigmatische, astigmatisch, astigmatisme, de astigmatische, van astigmatisme
Τυχαίες λέξεις
Αστερίσκος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: sterretje, asterisk, sterretje weergegeven