Αστός στα ολλανδικά

Μετάφραση: αστός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
stedeling, Townsman, stadsgenoot, plaatsgenoot, stadsmens
Αστός στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αστός

αστός ορισμός, ο αστόσ, μέσος αστός, αστός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αστός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αστυνόμος στα ολλανδικά - agent, politieagent, maarschalk, Marshal, hofmaarschalk, marshall, maarschalk van
  • αστυφύλακας στα ολλανδικά - agent, politieagent, Constable, veldwachter, konstabel
  • ασυδοσία στα ολλανδικά - onvatbaarheid, immuniteit, de immuniteit, onschendbaarheid, immuniteit van, vrijstelling
  • ασυλία στα ολλανδικά - vluchtheuvel, schuilplaats, toevluchtsgebied, asiel, toevluchtsoort, toevluchtsoord, immuniteit, ...
Τυχαίες λέξεις
Αστός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: stedeling, Townsman, stadsgenoot, plaatsgenoot, stadsmens