Γέφυρα στα ολλανδικά

Μετάφραση: γέφυρα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
commandobrug, brug, bridge, brug van, de Brug, de Brug van
Γέφυρα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γέφυρα

γέφυρα ρίου - αντιρρίου, γέφυρα ρίου, γέφυρα ανόρθωσης, γέφυρα χαρίλαος τρικούπης, γέφυρα κόμμα, γέφυρα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, γέφυρα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • γέρνω στα ολλανδικά - schraal, sprietig, steunen, buigen, ombuigen, kromme, curve, ...
  • γέρος στα ολλανδικά - verleden, voorafgaand, vroeger, bejaard, voorgaand, vorig, vergevorderd, ...
  • γήινος στα ολλανδικά - aarden, aards, aardse, aarde, het aardse, op aarde
  • γήρανση στα ολλανδικά - veroudering, het verouderen, aging, vergrijzende, verouderen
Τυχαίες λέξεις
Γέφυρα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: commandobrug, brug, bridge, brug van, de Brug, de Brug van