Δαμάσκηνο στα ολλανδικά

Μετάφραση: δαμάσκηνο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
pruim, pruimen, plum, de pruim
Δαμάσκηνο στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δαμάσκηνο

δαμάσκηνο θερμίδες, δαμάσκηνο γλυκό, δαμάσκηνο ιδιότητες, δαμάσκηνο στα αγγλικά, δαμάσκηνο γλυκό κουταλιού, δαμάσκηνο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, δαμάσκηνο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • δακτυλογραφώ στα ολλανδικά - drukletter, tikken, schrijfmachine, typewrite
  • δακτύλιος στα ολλανδικά - ring, kookplaten, de ring, ring van
  • δανείζομαι στα ολλανδικά - lenen, te lenen, leen, ontlenen, leent
  • δανείζω στα ολλανδικά - uitlenen, voorschieten, lenen, geven, verlenen, te lenen
Τυχαίες λέξεις
Δαμάσκηνο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: pruim, pruimen, plum, de pruim