Διαμάντι στα ολλανδικά
Μετάφραση: διαμάντι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
diamant, diamanten, ruit, diamond
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαμάντι
διαμάντι δαχτυλίδι, διαμάντι κοχ ι νουρ, διαμάντι τιμή, διαμάντι καθαρότητα, διαμάντι χέρκιμερ, διαμάντι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, διαμάντι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- διαλυτός στα ολλανδικά - oplosbaar, oplosbare, oplosbaar is, oplosbaar zijn, oplosbaar in
- διαλύω στα ολλανδικά - oplossen, kastijden, macereren, maceraat, verweken, moedermaceraat
- διαμάχη στα ολλανδικά - twist, controverse, polemiek, conflict, strijd, conflicten, van conflicten, ...
- διαμένω στα ολλανδικά - resideren, wonen, huizen, leven, te leven, woont, leeft
Τυχαίες λέξεις
Διαμάντι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: diamant, diamanten, ruit, diamond
Μεταφράσεις: diamant, diamanten, ruit, diamond