Εκδρομή στα ολλανδικά
Μετάφραση: εκδρομή, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
trip, tocht, toer, uitstapje, excursie, excursies, uitstap
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκδρομή
εκδρομή στην πάτμο, εκδρομή αντ1, εκδρομή στους αγίους τόπους, εκδρομή πάσχα, εκδρομή χατζηγιάννης, εκδρομή λεξικό γλώσσας ολλανδικά, εκδρομή στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- εκδικούμαι στα ολλανδικά - wreken, vergelden, vergelde, niet vergelde, te vergelden, requite
- εκδοχή στα ολλανδικά - afwisseling, bewerking, vertolking, uitvoering, adaptatie, modificatie, interpretatie, ...
- εκδότης στα ολλανδικά - uitgeverij, uitgever, Publisher, Uitgevers, uitgeverij *
- εκδύομαι στα ολλανδικά - ontkleden, kleden, disrobe, uitkleden, zich ontkleden
Τυχαίες λέξεις
Εκδρομή στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: trip, tocht, toer, uitstapje, excursie, excursies, uitstap
Μεταφράσεις: trip, tocht, toer, uitstapje, excursie, excursies, uitstap