Επαρκώ στα ολλανδικά

Μετάφραση: επαρκώ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
toereiken, volstaan, voldoen, voldoende, volstaat, voldoende zijn, volstaan met
Επαρκώ στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επαρκώ

επαρκώ συνωνυμα, επαρκώ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, επαρκώ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • επανόρθωση στα ολλανδικά - reparatie, verhaal, herstel, vergoeding, rechtsmiddelen, schadeloosstelling
  • επαρκής στα ολλανδικά - adequaat, voldoende, genoeg, toereikend, volstaat, voldoende is
  • επαρκώς στα ολλανδικά - nogal, genoeg, vrij, basta, tamelijk, voldoende, onvoldoende, ...
  • επαρχία στα ολλανδικά - territoir, provincie, gebied, grondgebied, ban, gouw, territorium, ...
Τυχαίες λέξεις
Επαρκώ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: toereiken, volstaan, voldoen, voldoende, volstaat, voldoende zijn, volstaan met