Ευκάλυπτος στα ολλανδικά

Μετάφραση: ευκάλυπτος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
eucalyptus, eucalyptusbomen, eucalyptussen, de Eucalyptus, van de eucalyptus
Ευκάλυπτος στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευκάλυπτος

ευκάλυπτος και εγκυμοσύνη, ευκάλυπτος τσαι, ευκάλυπτος αφέψημα, ευκάλυπτος καλλιέργεια, ευκάλυπτος αιθέριο έλαιο, ευκάλυπτος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ευκάλυπτος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ευθύνη στα ολλανδικά - aansprakelijkheid, schuldenlast, plicht, obligatie, verantwoordelijkheid, verantwoordelijk, de verantwoordelijkheid, ...
  • ευθύς στα ολλανδικά - overeind, oprecht, eerlijk, live, rechtstreeks, rechtop, recht, ...
  • ευκαιρία στα ολλανδικά - uitzicht, bof, wagen, kans, incidenteel, gelegenheid, toevallig, ...
  • ευκαμψία στα ολλανδικά - flexibiliteit, de flexibiliteit, flexibel, soepelheid, flexibele
Τυχαίες λέξεις
Ευκάλυπτος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: eucalyptus, eucalyptusbomen, eucalyptussen, de Eucalyptus, van de eucalyptus