Θελκτικός στα ολλανδικά

Μετάφραση: θελκτικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ophalen, het ophalen, halen, het ophalen van, ophalen van
Θελκτικός στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θελκτικός

θελκτικός συνώνυμα, θελκτικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, θελκτικός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • θεατής στα ολλανδικά - kijker, viewer, toeschouwer, beschouwer
  • θεατρικός στα ολλανδικά - theater-, toneel-, theatrale, theatraal, theater
  • θεμέλιο στα ολλανδικά - stichting, fundering, fundament, grondslag, Foundation
  • θεματοφύλακας στα ολλανδικά - beheerder, bewaarder, certificaten, depositaris, certificaten van, de bewaarder
Τυχαίες λέξεις
Θελκτικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: ophalen, het ophalen, halen, het ophalen van, ophalen van