Ιππικό στα ολλανδικά
Μετάφραση: ιππικό, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ruiterij, paardenvolk, cavalerie, de Cavalerie, cavalerie van, van de Cavalerie
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιππικό
ιππικό τεθωρακισμένα, ιππικό όμιλο κουρούτασ, ιππικό κέντρο μακεδονίας, ιππικό κέντρο αρτεμισ, ιππικό όμιλο αμαρουσίου, ιππικό λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ιππικό στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ιππασία στα ολλανδικά - paardrijden, rijden, huifkartochten, berijden, het berijden
- ιππεύω στα ολλανδικά - gaan, rijden, karren, varen, houwen, hakken, hack, ...
- ιπποκόμος στα ολλανδικά - stalknecht, chaperonneren, bruidegom, herbergier, hostler
- ιπποπόταμος στα ολλανδικά - nijlpaard, Hippo, nijlpaarden, van Hippo, Hippo van
Τυχαίες λέξεις
Ιππικό στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: ruiterij, paardenvolk, cavalerie, de Cavalerie, cavalerie van, van de Cavalerie
Μεταφράσεις: ruiterij, paardenvolk, cavalerie, de Cavalerie, cavalerie van, van de Cavalerie