Ισχυρογνώμων στα ολλανδικά
Μετάφραση: ισχυρογνώμων, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
halsstarrig, verstokt, verbeten, koppig, eigenzinnige, koppige, headstrong
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ισχυρογνώμων
ισχυρογνώμων ορισμος, ισχυρογνώμων ψυχολογια, ισχυρογνώμων κλιση, ισχυρογνώμων αγγλικα, ισχυρογνώμων τι σημαινει, ισχυρογνώμων λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ισχυρογνώμων στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ισχυρισμός στα ολλανδικά - claimen, aanspraak, schuldvordering, vordering, eis, conclusie, volgens conclusie
- ισχυρογνώμονας στα ολλανδικά - hardnekkig, verbeten, verstokt, koppig, halsstarrig, verhard, verstokte, ...
- ισχυρός στα ολλανδικά - stijf, afgemeten, ceremonieel, kreng, gespierd, strak, stug, ...
- ισχύς στα ολλανδικά - vermogen, macht, kracht, mogendheid, stroom
Τυχαίες λέξεις
Ισχυρογνώμων στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: halsstarrig, verstokt, verbeten, koppig, eigenzinnige, koppige, headstrong
Μεταφράσεις: halsstarrig, verstokt, verbeten, koppig, eigenzinnige, koppige, headstrong