Κάπα στα ολλανδικά

Μετάφραση: κάπα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kaap, kaaps, Cape, de kaap, in Cape, van Cape
Κάπα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κάπα

κάπα καθημερινής, κάπα πάτρα, κάπα samantha sotos, κάπα research για το βήμα της κυριακής, κάπα studios, κάπα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κάπα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κάμπτω στα ολλανδικά - buigen, bocht, kromming, Bend, buig
  • κάνω στα ολλανδικά - spekken, betrachten, creëren, aanwenden, overzetten, weergeven, treffen, ...
  • κάπαρη στα ολλανδικά - grap, kappertjes, kappers, capers, de kappertjes, capriolen
  • κάποιος στα ολλανδικά - snuiter, kerel, personage, individu, enkeling, enig, vent, ...
Τυχαίες λέξεις
Κάπα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: kaap, kaaps, Cape, de kaap, in Cape, van Cape