Καράτι στα ολλανδικά

Μετάφραση: καράτι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
karaat, karaats, carat, caraat
Καράτι στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καράτι

καράτι (καθαρότητα), καράτι γραμμάρια, 1 καράτι, καράτι χρυσού, καράτι διαμάντι, καράτι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, καράτι στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • καπό στα ολλανδικά - motorkap, kap, wagenkap, capuchon, afzuigkap, huik
  • καράτε στα ολλανδικά - karate, de karate, van de karate, Karate van, van karate
  • καράφα στα ολλανδικά - decanteren, karaf, carafe, karafje
  • καρέ στα ολλανδικά - betomen, beteugelen, bedwingen, frames, kozijnen, kaders, lijsten, ...
Τυχαίες λέξεις
Καράτι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: karaat, karaats, carat, caraat