Κατάλυση στα ολλανδικά

Μετάφραση: κατάλυση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ruiming, eliminatie, afschaffing, vernietiging, annulering, ontbinding, katalyse, catalyse, de katalyse, katalytische
Κατάλυση στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατάλυση

κατάλυση ιχθύος, κατάλυση με καθετήρα (ablation), κατάλυση του δυτικού ρωμαϊκού κράτους, κατάλυση του δυτικού ρωμαϊκού κράτους (476 μ.χ.), κατάλυση νηστείας, κατάλυση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κατάλυση στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κατάλοιπο στα ολλανδικά - rommel, resterende, restant, overige, afval, rest, staartje, ...
  • κατάλυμα στα ολλανδικά - huisvesting, modificatie, aanpassing, woning, onderkomen, onderdak, logies, ...
  • κατάπληξη στα ολλανδικά - consternatie, ontsteltenis, ontzetting, verbijstering, ontsteld
  • κατάρα στα ολλανδικά - vloek, vervloeking, de vloek, vervloeken
Τυχαίες λέξεις
Κατάλυση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: ruiming, eliminatie, afschaffing, vernietiging, annulering, ontbinding, katalyse, catalyse, de katalyse, katalytische