Καταιγίδα στα ολλανδικά
Μετάφραση: καταιγίδα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
storm, onweer, de storm, stormen, bui
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταιγίδα
καταιγίδα ονειροκρίτης, καταιγίδα στην ομίχλη ταινία, καταιγίδα ταινία, καταιγίδα 2013, καταιγίδα (1965), καταιγίδα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, καταιγίδα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- καταδύομαι στα ολλανδικά - duiken, duik, Dive
- καταθλιπτικός στα ολλανδικά - aanmatigend, aanmatigend te, aanmatigend te zijn, arrogant, arrogante houding
- καταιγισμός στα ολλανδικά - vloed, bergstroom, stroom, hagel, douche, een douche, bad, ...
- κατακάθι στα ολλανδικά - bezinksel, afzetting, neerslag, sediment, sedimenten, het sediment
Τυχαίες λέξεις
Καταιγίδα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: storm, onweer, de storm, stormen, bui
Μεταφράσεις: storm, onweer, de storm, stormen, bui