Καταφύγιο στα ολλανδικά

Μετάφραση: καταφύγιο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vluchtheuvel, toeverlaat, beschutting, heiligdom, onderkomen, toevluchtsoord, toevlucht, asiel, kazemat, heenkomen, schuilplaats, toevluchtsoort, reservaat, toevluchtsgebied, onderdak, schuilen
Καταφύγιο στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταφύγιο

καταφύγιο αστράκας, καταφύγιο σπήλιος αγαπητός, καταφύγιο πετρόστρουγκας, καταφύγιο φλαμπούρι, καταφύγιο αδέσποτων ζώων, καταφύγιο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, καταφύγιο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • καταφορά στα ολλανδικά - vol, beladen, bezaaid
  • καταφρόνια στα ολλανδικά - minachting, verachten, hoon, schamperheid, versmaden, verachting, contempt, ...
  • καταχνιά στα ολλανδικά - haarkloven, damp, bedillen, nevel, waas, haze, troebeling, ...
  • καταχρηστικός στα ολλανδικά - beledigend, grievend, krenkend, grof, verkeerd, misbruik, onrechtmatige
Τυχαίες λέξεις
Καταφύγιο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: vluchtheuvel, toeverlaat, beschutting, heiligdom, onderkomen, toevluchtsoord, toevlucht, asiel, kazemat, heenkomen, schuilplaats, toevluchtsoort, reservaat, toevluchtsgebied, onderdak, schuilen