Κοιλιά στα ολλανδικά

Μετάφραση: κοιλιά, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
achterlijf, onderlijf, onderbuik, buik, de buik, buik van, belly
Κοιλιά στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κοιλιά

κοιλιά ονειροκρίτης, κοιλιά εγκυμοσύνης, κοιλιά εγκύου, κοιλιά μετά τη γέννα, κοιλιά αδυνάτισμα, κοιλιά λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κοιλιά στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κοίλος στα ολλανδικά - ingevallen, hol, holte, ledig, holle
  • κοιλάδα στα ολλανδικά - dal, vallei, Valley, vallei van
  • κοιλιακός στα ολλανδικά - abdominaal, buik-, abdominale, buik, de buik
  • κοιλότητα στα ολλανδικά - hol, put, vertrek, holte, gat, slaapkamer, kamer, ...
Τυχαίες λέξεις
Κοιλιά στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: achterlijf, onderlijf, onderbuik, buik, de buik, buik van, belly