Λάσκος στα ολλανδικά

Μετάφραση: λάσκος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
afhelpen, verlossen, rul, loslaten, bevrijden, mul, Laskos
Λάσκος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λάσκος

λάσκος αλέξανδρος, λάσκος νυφικά, λάσκος δημήτρης, λάσκοσ ορέστησ, λάσκος φορέματα, λάσκος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, λάσκος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • λάπαθο στα ολλανδικά - dok, pier, zuring, sorrel, klaverzuring, vos, veldzuring
  • λάρνακα στα ολλανδικά - heiligdom, schrijn, tempel, shrine, altaar
  • λάσπη στα ολλανδικά - modder, slijk, drek, cement, slik, slib, de modder, ...
  • λάστιχο στα ολλανδικά - luchtband, pneumatiek, band, rubber, rubberen, van rubber
Τυχαίες λέξεις
Λάσκος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: afhelpen, verlossen, rul, loslaten, bevrijden, mul, Laskos