Μίσχος στα ολλανδικά
Μετάφραση: μίσχος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
schacht, steel, stengel, boomstam, halm, stam, stamcellen, stuurpen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μίσχος
μίσχος σταφίδας, εγκεφαλικός μίσχος, μίσχος φυτού, δημήτρησ μίσχοσ, μίσχος στα αγγλικά, μίσχος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μίσχος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- μίσθωση στα ολλανδικά - pachten, huur, pacht, huren, huurovereenkomst, huurcontract, leasen, ...
- μίσος στα ολλανδικά - haten, haat, verafschuwen, de haat, haat tegen, vijandschap
- μίτος στα ολλανδικά - draad, garen, Mitos, van Mitos, over Mitos
- μαέστρος στα ολλανδικά - conducteur, bestuurder, dirigent, geleider, leider, conductor
Τυχαίες λέξεις
Μίσχος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: schacht, steel, stengel, boomstam, halm, stam, stamcellen, stuurpen
Μεταφράσεις: schacht, steel, stengel, boomstam, halm, stam, stamcellen, stuurpen