Μαζί στα ολλανδικά

Μετάφραση: μαζί, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
tegelijk, tezamen, samen, aaneen, ineen, met, bijeen, bij elkaar, elkaar, samen te
Μαζί στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαζί

μαζί για το παιδί, μαζί τα φάγαμε, μαζί στην εκκίνηση, μαζί θα τους φάμε, μαζί σου, μαζί λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μαζί στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • μαγνητικός στα ολλανδικά - magnetisch, magnetische, de magnetische, van magnetische
  • μαδώ στα ολλανδικά - afbreken, afrukken, plukken, ruien, vervelling, vervellen, rui, ...
  • μαζεμένος στα ολλανδικά - bedeesd, aanhalig, snoezig, snoezige, knuffelig, knuffel
  • μαζεύομαι στα ολλανδικά - afleiden, verzamelen, plukken, deduceren, rapen, vergaderen, oogsten, ...
Τυχαίες λέξεις
Μαζί στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: tegelijk, tezamen, samen, aaneen, ineen, met, bijeen, bij elkaar, elkaar, samen te