Μαλλιά στα ολλανδικά
Μετάφραση: μαλλιά, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
haren, haar, haardos, hair, het haar
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαλλιά
μαλλιά που φριζάρουν, μαλλιά ονειροκρίτης, μαλλιά 2014, μαλλιά σγουρά, μαλλιά άνοιξη 2014, μαλλιά λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μαλλιά στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- μαλθακός στα ολλανδικά - breekbaar, tactvol, iel, teder, kieskeurig, lui, zwak, ...
- μαλλί στα ολλανδικά - wollen, wol, van wol, wool
- μαλλιαρός στα ολλανδικά - ruigharig, harig, ruig, wollig, wollige, wolharige, wollen, ...
- μαλώνω στα ολλανδικά - aftuigen, afranselen, scherp kritiseren
Τυχαίες λέξεις
Μαλλιά στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: haren, haar, haardos, hair, het haar
Μεταφράσεις: haren, haar, haardos, hair, het haar