Νοσταλγία στα ολλανδικά

Μετάφραση: νοσταλγία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
heimwee, nostalgie, nostalgia, nostalgische, nostalgisch
Νοσταλγία στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νοσταλγία

νοσταλγία συνώνυμο, νοσταλγία ποίηση, νοσταλγία στίχοι, νοσταλγία ετυμολογία, νοσταλγία συνώνυμα, νοσταλγία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, νοσταλγία στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • νοσοκομειακό στα ολλανδικά - ziekenauto, veldhospitaal, ambulance, ambulancewagen, ziekenwagen, ziekenhuis, hospitaal, ...
  • νοσοκόμα στα ολλανδικά - ziekenverpleegster, verpleegster, verzorgen, ziekenzuster, verpleegkundige, nurse, verpleegsters, ...
  • νοσταλγικός στα ολλανδικά - nostalgisch, nostalgische, nostalgie
  • νοστιμίζω στα ολλανδικά - adapteren, monteren, kruiden, aanpassen, seizoen, aanbrengen, jaargetijde, ...
Τυχαίες λέξεις
Νοσταλγία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: heimwee, nostalgie, nostalgia, nostalgische, nostalgisch