Ολέθριος στα ολλανδικά

Μετάφραση: ολέθριος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
onheilspellend, verderfelijk, schadelijk, verderfelijke, pernicieuze, schadelijke
Ολέθριος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ολέθριος

ολέθριος σημασία, ολέθριος συνώνυμο, ολέθριος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ολέθριος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • οκνηρία στα ολλανδικά - luiheid, luiaard, Sloth, traagheid, lippenbeer
  • οκνός στα ολλανδικά - nonchalant, hangjongeren, loitering, rondhangende, rondhangen, treuzelen
  • ολίσθημα στα ολλανδικά - uitglijden, glippen, slippen, schuiven, glijden, strook
  • ολιγολογία στα ολλανδικά - zwijgzaamheid, taciturnity, stilzwijgendheid
Τυχαίες λέξεις
Ολέθριος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: onheilspellend, verderfelijk, schadelijk, verderfelijke, pernicieuze, schadelijke