Πίθηκος στα ολλανδικά

Μετάφραση: πίθηκος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aap, monkey, apen, de Aap van, aap van
Πίθηκος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πίθηκος

πίθηκος wikipedia, πίθηκος κατοικίδιο, πίθηκος στο κινέζικο, πίθηκοσ 2013, πίθηκος ξουθ, πίθηκος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πίθηκος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πήζω στα ολλανδικά - verdikken, aandikken, stremmen, schiften, stollen, schift, te stremmen
  • πίεση στα ολλανδικά - druk, pressie, drang, persen, knel, de druk, onder druk, ...
  • πίλος στα ολλανδικά - motorkap, hoed, wagenkap, kap, pet, hat, hoed van, ...
  • πίνακας στα ολλανδικά - tafel, voorteken, merkteken, signaal, plaat, aanplakbiljet, affiche, ...
Τυχαίες λέξεις
Πίθηκος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: aap, monkey, apen, de Aap van, aap van