Παραπέμπω στα ολλανδικά

Μετάφραση: παραπέμπω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verwijzen, verwezen, verwijst, raadpleegt, raadpleeg
Παραπέμπω στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παραπέμπω

παραπέμπω στις ελληνικές καλένδες, παραπέμπω κλιση, παραπέμπω αγγλικά, παραπέμπω αόριστος, παραπέμπω συνώνυμο, παραπέμπω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, παραπέμπω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • παρανυχίδα στα ολλανδικά - nagelriem, misdadiger, crimineel, felon, fijt
  • παραξενιά στα ολλανδικά - nieuwsgierigheid, weetgierigheid, rariteit, weirdness, gekte, rariteiten, vreemdheid, ...
  • παραπέρα στα ολλανδικά - nader, bevorderen, verder, verdere, meer, nadere
  • παραπαίω στα ολλανδικά - worstelen, spartelen, waggelen, totter, wankelen, wankelt, wankel
Τυχαίες λέξεις
Παραπέμπω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: verwijzen, verwezen, verwijst, raadpleegt, raadpleeg