Περίβλεπτος στα ολλανδικά
Μετάφραση: περίβλεπτος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
opvallend, opvallende, opvallen, opvalt, zichtbare
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περίβλεπτος
περίβλεπτοσ του μυστρά, περίβλεπτοσ ιωάννινα, περίβλεπτος ιωαννίνων, περίβλεπτος φανός, περίβλεπτος συνώνυμο, περίβλεπτος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, περίβλεπτος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- περήφανος στα ολλανδικά - trots, hoog, fier, verheven, prat, trotse, trots op, ...
- περί στα ολλανδικά - plusminus, haast, welhaast, circa, bijna, schier, ongeveer, ...
- περίβλημα στα ολλανδικά - schild, bord, bordje, uithangbord, jas, jasje, colbert, ...
- περίγελος στα ολλανδικά - dwaas, bespottelijk, ridicuul, zinneloos, zinloos, belachelijk, zinledig, ...
Τυχαίες λέξεις
Περίβλεπτος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: opvallend, opvallende, opvallen, opvalt, zichtbare
Μεταφράσεις: opvallend, opvallende, opvallen, opvalt, zichtbare