Πλήθος στα ολλανδικά

Μετάφραση: πλήθος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
massa, troep, schare, horde, bende, boel, hoop, menigte, tas, stapel, drom, publiek, toeschouwers, crowd
Πλήθος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πλήθος

πλήθος κλίση, πλήθος english, πλήθος προσόψεων ε9, πλήθος ονειροκρίτης, πλήθος ομορριζα, πλήθος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πλήθος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πλέον στα ολλανδικά - schier, hoogst, langer, bijna, zowat, meer, meest, ...
  • πλέω στα ολλανδικά - velum, doek, zeil, linnen, zeilen, varen, sail, ...
  • πλήξη στα ολλανδικά - verveling, ennui, lusteloosheid
  • πλήρης στα ολλανδικά - volledig, boordevol, afgeladen, uitgebreid, groot, volslagen, veelomvattend, ...
Τυχαίες λέξεις
Πλήθος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: massa, troep, schare, horde, bende, boel, hoop, menigte, tas, stapel, drom, publiek, toeschouwers, crowd