Πνεύμονας στα ολλανδικά

Μετάφραση: πνεύμονας, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
long, longen, long-, longkanker, de longen
Πνεύμονας στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πνεύμονας

σιδερένιος πνεύμονας, πνεύμονας ανατομία, ινώδης πνεύμονας, πνεύμονας καρκίνος, πνεύμονας καπνιστή, πνεύμονας λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πνεύμονας στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πνευματώδης στα ολλανδικά - geestig, gevat, snedig, geestige, grappige
  • πνεύμα στα ολλανδικά - spriet, verstand, boegspriet, geest, de geest, geest van, de geest van, ...
  • πνιγηρός στα ολλανδικά - sluiten, nabij, toedoen, besluiten, dichtmaken, naast, dichtdoen, ...
  • ποίημα στα ολλανδικά - gedicht, vers, dichtwerk, gedicht van, het gedicht
Τυχαίες λέξεις
Πνεύμονας στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: long, longen, long-, longkanker, de longen