Σάλι στα ολλανδικά

Μετάφραση: σάλι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
das, bouffante, halsdoek, sjaal, omslagdoek, shawl
Σάλι στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σάλι

σάλι σπέκτρα, σάλι ράιντ, σάλι αξλ, σάλι με βελόνες, σάλι μπερίσα, σάλι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σάλι στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ρύπανση στα ολλανδικά - vervuiling, pollutie, verontreiniging, van verontreiniging, de verontreiniging, de vervuiling
  • ρώμη στα ολλανδικά - macht, branche, tak, vak, afdeling, kracht, sterkte, ...
  • σάλος στα ολλανδικά - beweging, onrust, agitatie, troebelen, woeling, kabaal, opschudding, ...
  • σάλπιγγα στα ολλανδικά - bazuin, trompet, hoorn, Trumpet, trompetten, trompet van
Τυχαίες λέξεις
Σάλι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: das, bouffante, halsdoek, sjaal, omslagdoek, shawl