Σκοτώνω στα ολλανδικά
Μετάφραση: σκοτώνω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ombrengen, doden, slachten, vermoorden, moorden, moord, doodslag, slay, Doodt met het zwaard, doden zal
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκοτώνω
όνειρο σκοτώνω, σκοτώνω δάντης στίχοι, σκοτώνω συνώνυμα, σκοτώνω δάντης, σκοτώνω ονειροκρίτης, σκοτώνω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σκοτώνω στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- σκοτεινός στα ολλανδικά - stuurs, nacht, vaag, onbepaald, duisternis, vervelend, droefgeestig, ...
- σκοτσέζος στα ολλανδικά - Schots, Schotse, Scottish, de Schotse, Schotland
- σκουντουφλώ στα ολλανδικά - struikelen, struikeling, Stumble, struikeld bijna, strompelen
- σκουντώ στα ολλανδικά - duwtje, nudge, por, duw, zetje
Τυχαίες λέξεις
Σκοτώνω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: ombrengen, doden, slachten, vermoorden, moorden, moord, doodslag, slay, Doodt met het zwaard, doden zal
Μεταφράσεις: ombrengen, doden, slachten, vermoorden, moorden, moord, doodslag, slay, Doodt met het zwaard, doden zal