Συγγνωστός στα ολλανδικά

Μετάφραση: συγγνωστός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verontschuldigd, excuseerde, verontschuldigde, geëxcuseerd, vrijgesteld
Συγγνωστός στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συγγνωστός

συγγνωστός πτωχός, μη συγγνωστός, συγγνωστός σημαίνει, συγγνωστός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, συγγνωστός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • συγγενής στα ολλανδικά - betrekkelijk, relatief, bloedverwant, familielid, verwant, relatieve
  • συγγενικός στα ολλανδικά - aanverwant, verwant, relationele, relationeel, de relationele, van relationele, relational
  • συγγνώμη στα ολλανδικά - betreurenswaardig, jammerlijk, pardon, gratie, vergeving, vergiffenis, vergeven
  • συγγραφέας στα ολλανδικά - bedenker, stilist, schepper, auteur, schrijver, Maker, geautoriseerde, ...
Τυχαίες λέξεις
Συγγνωστός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: verontschuldigd, excuseerde, verontschuldigde, geëxcuseerd, vrijgesteld