Συμπάθεια στα ολλανδικά

Μετάφραση: συμπάθεια, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
mededogen, medelijden, erbarmen, sympathie, medeleven, begrip, medegevoel
Συμπάθεια στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμπάθεια

συμπάθεια βικιπαιδεια, συμπάθεια συνώνυμα, συμπάθεια ετυμολογία, συμπάθεια μετάφραση, συμπάθεια λεξικό γλώσσας ολλανδικά, συμπάθεια στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • συμμορία στα ολλανδικά - bende, schare, troep, gang, voudig, ploeg
  • συμμόρφωση στα ολλανδικά - akkoord, overeenstemming, overeenkomst, nakoming, naleving, de naleving, inachtneming
  • συμπέρασμα στα ολλανδικά - beslissing, afloop, conclusie, besluit, einde, slot, uitspraak, ...
  • συμπίεση στα ολλανδικά - samendrukking, samenpersing, compressie
Τυχαίες λέξεις
Συμπάθεια στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: mededogen, medelijden, erbarmen, sympathie, medeleven, begrip, medegevoel