Σφύριγμα στα ολλανδικά

Μετάφραση: σφύριγμα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gefluit, gieren, fluiten, fluitje, fluit, fluitsignaal van de arbiter
Σφύριγμα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σφύριγμα

σφύριγμα στα αυτιά, σφύριγμα κατά την αναπνοή, σφύριγμα με τα δάχτυλα, σφύριγμα αυτιού, σφύριγμα στο κεφάλι, σφύριγμα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σφύριγμα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • σφυρίχτρα στα ολλανδικά - fluiten, gieren, gefluit, fluitje, fluit, fluitsignaal van de arbiter
  • σφυροκοπώ στα ολλανδικά - hameren, hamer, straffe, strafe
  • σχάρα στα ολλανδικά - hek, rek, afrastering, traliehek, rooster, rack, reclamekaarten, ...
  • σχέδιο στα ολλανδικά - doel, ontwerpen, knippatroon, voornemen, projecteren, voorbeeld, concept, ...
Τυχαίες λέξεις
Σφύριγμα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: gefluit, gieren, fluiten, fluitje, fluit, fluitsignaal van de arbiter