Σωρός στα ολλανδικά

Μετάφραση: σωρός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
menigte, buis, schare, troep, hoop, ophopen, tas, hooiopper, accumuleren, opeenhopen, overvloed, paal, drom, boel, schelf, stapel, pool, pile
Σωρός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σωρός

σωρός ελαχίστου, σωρός ή σορός, σωρός σύμπλεγμα των εχινάδων, σωρός μαρούσι, σωρός heap, σωρός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σωρός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • σωριάζομαι στα ολλανδικά - instorten, crisis, ineenstorten, uiteenvallen, ineenstorting, instorting, collapse
  • σωριάζω στα ολλανδικά - schoof, bos, garf, bundel, verpakking, pakket, pakje, ...
  • σωσίας στα ολλανδικά - tweevoudig, duplex, tweeledig, dubbel, duplicaat, dubbele, een dubbele, ...
  • σωστά στα ολλανδικά - behoorlijk, netjes, juist, kunnen, correct, goed, juiste
Τυχαίες λέξεις
Σωρός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: menigte, buis, schare, troep, hoop, ophopen, tas, hooiopper, accumuleren, opeenhopen, overvloed, paal, drom, boel, schelf, stapel, pool, pile