Τρίποδας στα ολλανδικά
Μετάφραση: τρίποδας, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
statief, driepoot, statief te, tripod, statiefaansluiting
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρίποδας
τρίποδας των δελφών, τρίποδας δελφών, τρίποδας κάμερας, τρίποδας των πλαταιών, τρίποδας αλουμινίου, τρίποδας λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τρίποδας στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- τρίμηνο στα ολλανδικά - uitdrukking, vakterm, term, kwartaal, kwart, wijk, kwartaal van, ...
- τρίξιμο στα ολλανδικά - knetteren, kermen, kletteren, stenen, zuchten, kreunen, steunen, ...
- τρίτος στα ολλανδικά - derde, van derde, de derde, een derde
- τρίφτης στα ολλανδικά - rasp, grater, rasp van, De rasp, De rasp van
Τυχαίες λέξεις
Τρίποδας στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: statief, driepoot, statief te, tripod, statiefaansluiting
Μεταφράσεις: statief, driepoot, statief te, tripod, statiefaansluiting