Τροχόσπιτο στα ολλανδικά
Μετάφραση: τροχόσπιτο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kampeerwagen, karavaan, caravan, Kampeerplaats, caravans, Woonwagen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τροχόσπιτο
τροχόσπιτο - τροχοβίλα, τροχόσπιτο μεταχειρισμένο, τροχόσπιτο fendt platin 650 tfd, τροχόσπιτο κύπρος, τροχόσπιτο caretta, τροχόσπιτο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τροχόσπιτο στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- τροχοπεδώ στα ολλανδικά - remmen, afremmen, rem, rem-, brake, remsysteem
- τροχός στα ολλανδικά - tweewieler, wiel, aanboren, doorboren, fiets, rad, boren, ...
- τρούλος στα ολλανδικά - koepel, dome, koepel van, de koepel
- τρούφα στα ολλανδικά - truffel, truffels, truffle, truffel van, de truffel
Τυχαίες λέξεις
Τροχόσπιτο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: kampeerwagen, karavaan, caravan, Kampeerplaats, caravans, Woonwagen
Μεταφράσεις: kampeerwagen, karavaan, caravan, Kampeerplaats, caravans, Woonwagen