Υγεία στα ολλανδικά

Μετάφραση: υγεία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gezondheid, de gezondheid, gezondheidszorg, gezondheid van, de gezondheid van
Υγεία στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υγεία

υγεία και ασφάλεια στην εργασία, υγεία on line, υγεία και ομορφιά, υγεία νοσοκομείο, υγεία πάνω απ όλα, υγεία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, υγεία στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • υαλώδης στα ολλανδικά - glazig, glasachtig, glasachtige, glazige, glassy
  • υβριστικός στα ολλανδικά - grievend, krenkend, beledigend, scheldend, hekelende
  • υγιής στα ολλανδικά - valide, fit, gezond, gezonde, gezondheid, een gezonde
  • υγιεινός στα ολλανδικά - gezond, gezonde, gezondheid, een gezonde
Τυχαίες λέξεις
Υγεία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: gezondheid, de gezondheid, gezondheidszorg, gezondheid van, de gezondheid van