Υιοθεσία στα ολλανδικά

Μετάφραση: υιοθεσία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aanvaarding, opname, onthaal, aanneming, ontvangst, toelating, adoptie, goedkeuring, vaststelling, invoering
Υιοθεσία στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υιοθεσία

υιοθεσία αναδοχή, υιοθεσία ενηλίκων, υιοθεσία γάτας, υιοθεσία αλλοδαπού ανηλίκου, υιοθεσία ανηλίκου, υιοθεσία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, υιοθεσία στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • υδρόβιος στα ολλανδικά - aquatisch, aquatische, water levende, het water levende, in het water levende
  • υιοθέτηση στα ολλανδικά - onthaal, aanvaarding, toelating, adoptie, aanneming, opname, ontvangst, ...
  • υιοθετώ στα ολλανδικά - adopteren, goedkeuren, aannemen, overnemen, nemen
  • υιός στα ολλανδικά - zoon, de zoon, zoon van, son
Τυχαίες λέξεις
Υιοθεσία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: aanvaarding, opname, onthaal, aanneming, ontvangst, toelating, adoptie, goedkeuring, vaststelling, invoering