Φραστικά στα ολλανδικά
Μετάφραση: φραστικά, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verbaal, mondeling, mondelinge, verbale, verbaal te
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φραστικά
φραστικά ονόματα, φραστικά ρήματα, φραστικά λεξικό γλώσσας ολλανδικά, φραστικά στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- φρίκη στα ολλανδικά - walging, misselijkheid, afkeer, verschrikking, afschuw, gruweldaad, griezel, ...
- φραγμός στα ολλανδικά - hek, katrol, afsluiten, vastzetten, kubus, dam, blokkeren, ...
- φραστικός στα ολλανδικά - mondeling, phrasal, propositionele
- φρατζόλα στα ολλανδικά - brood, mik, Loaf, brood van, ei
Τυχαίες λέξεις
Φραστικά στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: verbaal, mondeling, mondelinge, verbale, verbaal te
Μεταφράσεις: verbaal, mondeling, mondelinge, verbale, verbaal te